Μια αντιδημοφιλής ειρήνη και ένας αντιδημοφιλής γάμος
Η ειρήνη του Αγίου Γερμανού έβαλε τέλος σε τρία χρόνια εμφυλίων πολέμων ανάμεσα σε καθολικούς και προτεστάντες. Την ειρήνη αυτή, ωστόσο, δεν την αποδέχονται οι, πιο αδιάλλακτοι, Καθολικοί, και η επιστροφή των προτεσταντών στη γαλλική αυλή ταράζει τα νερά. Ωστόσο, η βασιλομήτωρ Αικατερίνη των Μεδίκων και ο γιος της, βασιλιάς Κάρολος Θ΄ της Γαλλίας, είναι αποφασισμένοι να μην αφήσουν και πάλι να ξεκινήσει πόλεμος. Εν γνώσει των οικονομικών δυσχερειών του βασιλείου, υπερασπίζονται την ειρήνη και επιτρέπουν στον Γκασπάρ ντε Κολινί, τον επικεφαλής των προτεσταντών, να επιστρέψει στο βασιλικό συμβούλιο.
Προκειμένου να υλοποιήσει την ειρήνη ανάμεσα στις δυο θρησκευτικές ομάδες, η Αικατερίνη των Μεδίκων προτείνει το γάμο της κόρης της, Μαργαρίτας των Βαλουά, με τον προτεστάντη πρίγκιπα Ερρίκο της Ναβάρρας. Ο γάμος πραγματοποιήθηκε στις 18 Αυγούστου 1572, αλλά δεν έγινε δεκτός ούτε από τους αδιάλλακτους Καθολικούς ούτε από τον Πάπα Γρηγόριο ΙΓ', ο οποίος μαζί με το βασιλιά Φίλιππο Β' της Ισπανίας καταδίκασαν απόλυτα την πολιτική της Αικατερίνης των Μεδίκων.
Ένταση στο Παρίσι
Ο γάμος της Μαργαρίτας και του Ερρίκου υπήρξε αφορμή για μεγαλοπρεπείς εκδηλώσεις, στις οποίες προσκλήθηκαν όλοι οι ευγενείς και οι προτεστάντες, μέσα σε ένα πνεύμα ειρήνης και συμφιλίωσης.
Με αφορμή το γάμο αυτό, στο Παρίσι παρευρισκόταν ένας πολύ μεγάλος αριθμός Προτεσταντών ευγενών, που συνόδευαν τον πρίγκιπα Ερρίκο. Ωστόσο, το Παρίσι "δεν τους χωρούσε": οι κάτοικοι, φανατικοί Καθολικοί δεν επιθυμούσαν την παρουσία τους. Σύμφωνα με τα κηρύγματα των ιεροκηρύκων, κυρίως Καπουτσίνων μοναχών, "προκαλούσε τρόμο" ο γάμος μιας Γαλλίδας πριγκίπισσας με ένα προτεστάντη. Ακόμα και η Βουλή του Παρισιού ήταν αντίθετη στο γάμο. Επιπλέον, η πολυτέλεια και τα έξοδα για τους βασιλικούς γάμους, καθώς και η ακρίβεια, που πήγαζε από την αύξηση της φορολογίας και τη φτωχή σοδειά εκείνου του χρόνου, προκάλεσαν την οργή του λαού.
Ακόμα και η βασιλική αυλή βρισκόταν σε ένταση. Η Αικατερίνη των Μεδίκων δεν είχε αποσπάσει τη συγκατάβαση του Πάπα για τον ξεχωριστό αυτό γάμο και κατά συνέπεια οι Γάλλοι ιεράρχες δίσταζαν να πάρουν θέση. Χρειάστηκε πολύς κόπος από την Αικατερίνη για να καταφέρει να πείσει τον Καρδινάλιο ντε Μπουρμπόν να τελέσει το γάμο. Εξάλλου, εμφανίστηκαν και πάλι οι αντιπαλότητες ανάμεσα στις μεγάλες οικογένειες των ευγενών. Οι Γκιζ δεν φαίνονται πρόθυμοι να παραχωρήσουν την εξουσία τους στους Μονμορανσί. Ο Φραγκίσκος του Μονμορανσί, κυβερνήτης του Παρισιού, δεν κατάφερε να ελέγξει τον όχλο στην πόλη, παρά προτίμησε να εγκαταλείψει το Παρίσι λίγες μέρες μετά το γάμο.
Απόπειρα δολοφονίας του Κολινί
Στις 22 Αυγούστου 1572, έγινε απόπειρα δολοφονίας του ναυάρχου Κολινί, ο οποίος τραυματίστηκε στον αριστερό βραχίονα και ακρωτηριάστηκε ένα του δάχτυλο. Μεταφέρθηκε στο ξενοδοχείο του Μπετισί, όπου ο χειρουργός κατόρθωσε να του αφαιρέσει τις σφαίρες από τον αγκώνα και ακρωτηρίασε το ένα δάκτυλό του. Η Αικατερίνη άκουσε με απάθεια τα νέα, ωστόσο επισκέφτηκε γεμάτη θλίψη τον Κολινί και του υποσχέθηκε εκδίκηση. O ένοχος κατόρθωσε να δραπετεύσει. Οι υποψίες κατευθύνθηκαν προς τους Γκιζ, ενώ εννοήθηκε και η σύμπραξη της Αικατερίνης των Μεδίκων, χωρίς όμως απτές κατηγορίες, καθώς ακόμα και σήμερα, οι ιστοριογράφοι αμφιβάλλουν για τον πραγματικό αυτουργό της απόπειρας αυτής:
Ο Οίκος των Γκιζ είναι από τους πιο πιθανούς υπόπτους. Υποστηρικτές του καθολικισμού, ήθελαν να εκδικηθούν τον από δεκαετίας θάνατο του Φραγκίσκου του Γκιζ, που οφειλόταν κατ' αυτούς στον Κολινί. Ο πυροβολισμός εναντίον του ναυάρχου έλαβε χώρα σε οίκημα που ανήκε στην οικογένεια. Ωστόσο, ορισμένοι ιστορικοί πιστεύουν ότι οι Γκιζ ήταν αρκετά ύποπτοι για να δείξουν τέτοια έλλειψη σύνεσης και να χάσουν την εύνοια του βασιλιά.
Ύποπτος ήταν και ο Δούκας της Άλμπα, κυβερνήτης των Κάτω Χωρών, που δρούσε στο όνομα του Φιλίππου Β' της Ισπανίας. Ο Κολινί επεδίωκε τη στρατιωτική επέμβαση στις Κάτω Χώρες για να τις ελευθερώσει από τον ισπανικό ζυγό, εξυπηρετώντας τη συμμαχία του με τον Οίκο Νασσάου, ενώ με το γάμο Ερρίκου και Μαργαρίτας απέβλεπε στην ένωση Γάλλων καθολικών και προτεσταντών. Στα μάτια των Ισπανών, ο Ναύαρχος αποτελούσε απειλή. Ωστόσο, η αλληλογραφία του Δον Ντιέγκο ντε Ζουνίγκα, Ισπανού πρέσβη στη Γαλλία, με το Δούκα της Άλμπα και το Φίλιππο Β' δεν υποδεικνύει σαφείς αποδείξεις για την εμπλοκή του ισπανικού στέμματος στην απόπειρα δολοφονίας του ηγέτη των Ουγενότων.
Ύποπτη ήταν και η Αικατερίνη των Μεδίκων, καθώς ο Κολινί θεωρούνταν ότι είχε αυξανόμενη επιρροή στο νεαρό βασιλιά Κάρολο Θ'. Η βασιλομήτωρ πιθανότατα να έδρασε από ζήλια, αλλά και για να αποτρέψει πιθανή εμπλοκή του γαλλικού στέμματος στον πόλεμο στην Ολλανδία εναντίον των Ισπανών, όπως έβλεπε πως επηρέαζε ο Κολινί το γιο της. Ωστόσο, ιστορικοί αμφισβητούν την ενοχή της και το ότι με αυτό τον τρόπο θέλησε να εξασφαλίσει ειρήνη και ηρεμία στο εσωτερικό της χώρας. Εξάλλου, δεν υπάρχουν αποδείξεις για έντονη επιρροή του Κολινί στον Κάρολο Θ'.
Τέλος, δεν παύει να παραμένει και η υπόθεση ότι πρόκειται για μεμονωμένο γεγονός, το οποίο προκλήθηκε από κάποιο πρόσωπο ήσσονος σημασίας, χωρίς πολιτική ή άλλη ανάμειξη.
Εξέλιξη της σφαγής
Δικαιοσύνη
Η απόπειρα δολοφονίας του Κολινί έφερε την κορύφωση της κρίσης, που θα οδηγούσε στη σφαγή. Οι προτεστάντες διαδήλωναν για τον πιο σεβαστό ηγέτη τους και ζητούσαν εκδίκηση. Η πρωτεύουσα ήταν στο χείλος του εμφυλίου ανάμεσα στους επαναστάτες των Γκιζ και τους Ουγενότους. Ο βασιλιάς Κάρολος Θ' διαβεβαίωσε τον Κολινί και τους προτεστάντες ότι θα αποδοθεί δικαιοσύνη, ωστόσο οι Γκιζ απείλησαν ότι θα φύγουν από το Παρίσι, εγκαταλείποντας το βασιλιά και τη μητέρα του μόνους τους απέναντι στους προτεστάντες. Μετά την Έκπληξη του Μω το 1567, η Αικατερίνη των Μεδίκων εμφανιζόταν όλο και πιο διαλλακτική απέναντι στους προτεστάντες.
Το βράδυ της 23ης Αυγούστου, ο βασιλιάς συνεδρίασε με τους συμβούλους του για τις μελλοντικές τους κινήσεις. Πηγές σαφείς για το τι ακριβώς αποφασίστηκε σε εκείνο το συμβούλιο με βεβαιότητα δεν υπάρχουν. Αποφασίστηκε η εξολόθρευση των προτεσταντών ηγετών, με εξαίρεση τον Ερρίκο της Ναβάρρας και τον πρίγκιπα του Κοντέ.
Η νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου
Λίγο μετά την απόφαση αυτή, οι δημοτικές αρχές του Παρισιού διατάχθηκαν να κλείσουν τις πύλες της πόλης και να εξοπλίσουν τους κατοίκους, με σκοπό να αποτραπεί κάθε προσπάθεια εξέγερσης. Το λουτρό αίματος που ακολούθησε ήταν πέρα από τον έλεγχο και της Αικατερίνης και οποιουδήποτε άλλου αρχηγού.
Έως σήμερα, είναι δύσκολο να καθοριστεί η χρονική σειρά των γεγονότων και να βρεθεί η ακριβής στιγμή όπου άρχισαν οι δολοφονίες. Το σύνθημα ίσως δόθηκε από τις καμπάνες των εκκλησιών που σήμαναν μεταξύ μεσονυκτίου και αυγής. Οι προτεστάντες ευγενείς κυνηγήθηκαν από το ανάκτορο του Λούβρου και σφαγιάστηκαν στους δρόμους του Παρισιού. Ο Κολινί δολοφονήθηκε στο κρεβάτι του και το πτώμα του ρίχτηκε από το παράθυρο στο δρόμο. Τα πτώματα των νεκρών Ουγενότων σύρθηκαν στους δρόμους και συγκεντρώθηκαν στην αυλή του Λούβρου.
Η σφαγή διήρκεσε αρκετές μέρες, παρά τις απόπειρες του βασιλιά να τις σταματήσει. Η αγριότητά της ήταν απίστευτη. Χρησιμοποιήθηκαν αλυσίδες για να κλείσουν δρόμοι, ώστε οι Προτεστάντες να μην μπορούν να διαφύγουν από τις κατοικίες τους. Γυναικόπεδα εκτελέστηκαν εν ψυχρώ. Τα πτώματα ρίχνονταν στο Σηκουάνα. To πτώμα του Γκασπάρ ντε Κολινί βρέθηκε από τον όχλο, ευνουχίστηκε, ρίχτηκε στο Σηκουάνα, όπου μετά από σήψη τριών ημερών κρεμάστηκε στην αγχόνη του Montfaucon.
Ορισμένοι προτεστάντες γλίτωσαν τη σφαγή, καθώς κρύφτηκαν από φίλους τους Καθολικούς, ενώ άλλοι βρήκαν καταφύγιο στην οικία του πρέσβη της Αγγλίας Φράνσις Γουόλσιγκχαμ, προστατευόμενου από βασιλική φρουρά, ή ακόμα και στις οικίες των Γκιζ και Νεμούρ, όπου κατέφυγε η δούκισσα της Φερράρας, Ειρήνη της Γαλλίας, με τη συνοδεία της. Τέλος, Προτεστάντες οικείοι και συγγενείς της βασιλικής οικογένειας, όπως η δούκισσα Λουίζα του Κλερμόν, φίλη της Αικατερίνης των Μεδίκων, και πρίγκιπες και πριγκίπισσες του οίκου των Βουρβόνων και οι συνοδείες τους βρήκαν καταφύγιο πίσω από τα τείχη του Λούβρου.
Οι προτεστάντες ηγέτες που βρίσκονταν στο Παρίσι την 24η Αυγούστου και επιβίωσαν ήταν όσοι διέμεναν εκτός της πόλης, στο προάστιο του Σεν Ζερμέν. Ο Ερρίκος της Ναβάρρας συνελήφθη και του ζητήθηκε να επιλέξει αν ήθελε να θανατωθεί, να μείνει ισόβια αιχμάλωτος ή να γίνει Καθολικός. Προτίμησε να αλλαξοπιστήσει, κρατήθηκε σε περιορισμό, αλλά δραπέτευσε στις αρχές του 1576. Στις 5 Φεβρουαρίου εκείνου του έτους, αποκήρυξε τον καθολικισμό και επέστρεψε στον προτεσταντισμό.
Στις 26 Αυγούστου, ο βασιλιάς και οι αυλικοί έδωσαν την επίσημη εκδοχή των γεγονότων: είχε διαταχθεί η σφαγή, προκειμένου να αποφευχθεί μια συνωμοσία των Ουγενότων εναντίον της βασιλικής οικογένειας.
Η εποχή του Αγίου Βαρθολομαίου
Η ένταση σύντομα επεκτάθηκε και στις πόλεις της γαλλικής επαρχίας, συνήθως υπό την καθοδήγηση συγκεκριμένων προσώπων ή ομάδων, όπως ο κόμης του Μονσορώ στην κοιλάδα του Λίγηρα. Στις 25 Αυγούστου, έγινε σφαγή στην Ορλεάνη, στις 31 Αυγούστου στη Λυών, στις 11 Σεπτεμβρίου στην Μπουρζ, στις 3 Οκτωβρίου στο Μπορντώ και στις 4 Οκτωβρίου στις πόλεις Τρουά, Ρουέν και Τουλούζη, καθώς και σε άλλες πόλεις.
Η σφαγή του Αγίου Βαρθολομαίου δεν κράτησε μια νύχτα, αλλά μια ολόκληρη εποχή.
—Ζυλ Μισελέ, ιστορικός
Οι αντιδράσεις των Αρχών ήταν ποικίλες. Ορισμένες φορές, παρότρυναν τις σφαγές, όπως, για παράδειγμα, στο Μπορντώ, όπου η σφαγή οργανώθηκε από τη Βουλή, και την Τουλούζη, όπου υπέρ των δολοφονιών είχε ταχθεί ο κυβερνήτης της πόλης. Επίσης, συχνά έτειναν να προστατεύουν τους Ουγενότους, κλείνοντάς τους στη φυλακή (π.χ. Τουρ). Ωστόσο, αυτό δεν ήταν πάντοτε λύση, καθώς οι φυλακές παραβιάζονταν και οι Ουγενότοι δολοφονούνταν, όπως στη Λυών και τη Ρουέν.
Συνολικά, ο αριθμός των νεκρών δεν έχει υπολογιστεί με ακρίβεια, καθώς οι πηγές είτε από τη μια είτε από την άλλη πλευρά υπερέβαλαν ή υποβάθμιζαν το γεγονός. Στην τελευταία πλευρά, ορισμένες πηγές αναφέρουν 2.000 στο Παρίσι και σε 3.000 στην επαρχία. Άλλες αναφέρουν 3.000 στο Παρίσι και 7.000 σε όλη τη γαλλική επαρχία. Από την άλλη, γίνεται λόγος για 20.000 ή 30.000 στο σύνολο. Για το Παρίσι, η μόνη απτή απόδειξη είναι μια απόδειξη για εργάτες του δήμου για τη "συλλογή και ταφή 1.100 πτωμάτων που ξεβράστηκαν στις ακτές του Σηκουάνα".
Αντιδράσεις
Στο άκουσμα της είδησης για τη σφαγή του Αγίου Βαρθολομαίου, πολλοί Καθολικοί εντός και εκτός Γαλλίας θεώρησαν τις σφαγές αρχικά ως μια απελευθέρωση από ένα πιθανό πραξικόπημα των Ουγενότων. Ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ' έψαλε έναν ύμνο και διέταξε την κοπή νομισμάτων για τον εορτασμό του γεγονότος με τη μορφή του, το λατινικό σύνθημα Ugonottorum strages 1572 και έναν άγγελο με σταυρό και σπαθί δίπλα στους νεκρούς προτεστάντες. Ο Φίλιππος Β' της Ισπανίας έδειξε την ικανοποίησή του για το γεγονός "γελώντας για πρώτη φορά", ενώ η Ελισάβετ Α' της Αγγλίας για διπλωματικούς λόγους αποδέχτηκε την ύπαρξη θεωρίας συνωμοσίας των Ουγενότων και της "προληπτικής σφαγής".
Από την άλλη πλευρά, ο αυτοκράτορας Μαξιμιλιανός Β' των Αψβούργων χαρακτήρισε επονείδιστη τη σφαγή. Ακόμα και ο τσάρος Ιβάν ο Τρομερός εξέφρασε τη φρίκη του για την εκατόμβη αίματος σε επιστολή του προς τον Αυτοκράτορα. Μετριοπαθείς Γάλλοι Καθολικοί άρχισαν να διερωτώνται αν η θρησκευτική ομοιομορφία άξιζε το τίμημα ενός τέτοιου μακελειού και έτσι άρχισε να αναπτύσσεται ένα κίνημα, το οποίο έθετε την εθνική ενότητα πάνω από τα συμφέροντα κάθε θρησκευτικής σέκτας.
Η σφαγή του Αγίου Βαρθολομαίου πυροδότησε τον 4ο Θρησκευτικό Πόλεμο στη Γαλλία.
Η σφαγή προκάλεσε ένα τεράστιο κύμα προσφύγων σε γειτονικές ευρωπαϊκές πόλεις, όπως στη Γενεύη, που απέκτησε το προσωνύμιο "η πόλη των προσφύγων": την επαύριο του γεγονότος, η πόλη δεχόταν 10-20 πρόσφυγες ανά ημέρα, κάτι που οδήγησε στην εκτόξευση του πληθυσμού της, που διπλασιάστηκε τη δεκαετία 1550-1560 Είναι, πάντως, γεγονός ότι η σφαγή του Αγίου Βαρθολομαίου προκάλεσε ένα κύμα πολεμικής στη λογοτεχνία, η οποία κατακλύστηκε από θεωρίες, προκαταλήψεις και φοβίες
planet-greece
Δημοσίευση σχολίου